καλούδι

καλούδι
Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 370 μ., 115 κάτ.) στην πρώην επαρχία Τριχωνίδος του νομού Αιτωλοακαρνανίας. Βρίσκεται ΝΑ της λίμνης Τριχωνίδας, 60 χλμ. ΒΑ της πόλης του Μεσολογγίου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Θέρμου.
* * *
το συν. στον πληθ. τα καλούδια
δώρα, καλά πράγματα που προξενούν ευχαρίστηση, χαρίσματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Υποκορ. τού καλό, το με κατάλ. -ούδι (πρβλ. αγγελ-ούδι, μαθητ-ούδι)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • καλούδι — το καλά πράγματα, δώρα που προξενούν ευχαρίστηση: Στη γιορτή της της έφερε του κόσμου τα καλούδια …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”